Πλαίσιο
Ο Ελαιώνας συνιστά έναν «αστικό θύλακα» στην αστική μάζα
της Αθήνας μόλις δύο χιλιόμετρα δυτικά του κέντρου της πόλης. Βρίσκεται στη
θέση του αρχαίου ελαιώνα και αποτελεί μια εκτεταμένη άμορφη, για πολλούς
«αόρατη», περιοχή θεμελιωμένη πάνω σε ένα ανορθολογικό κυκλοφοριακό δίκτυο,
διαιρεμένη σε τυχαίου σχήματος μεγάλης κλίμακας οικοδομικά τετράγωνα που
χαρακτηρίζεται από περιβαλλοντική παρακμή και κατάρρευση των υποδομών της.
Στους αρχαίους χρόνους ο Ελαιώνας ήταν ιερή γη που αρδευόταν από υπόγεια ύδατα,
τμήματα ενός πυκνού δικτύου χειμάρρων του αθηναϊκού λεκανοπεδίου. Η συνεχής
αστική εξάπλωση από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά εξαφάνισε τις
περισσότερες από τις επιφάνειες πρασίνου και καλλιεργειών της περιοχής
αντικαθιστώντας τες με μια τυχαία συλλογή βιοτεχνιών, αποθηκών και χώρων
μεταφορικών εταιριών που λειτουργούν μέσα σε πολυάριθμες περίκλειστες ή
περιφραγμένες εκτάσεις. Πρόκειται για μια περιοχή «ανοίκεια» που πρέπει να
ανακτηθεί – η κατοίκησή της αποτελεί μια από τις κύριες μεθόδους ανάκτησής της.
Νησίδες
Με στόχο την ενίσχυση της κατοίκησης στον Ελαιώνα, ένας νέος τύπος κατοικίας αναπτύσσεται στη μέση του «ανοίκειου» περιβάλλοντος της περιοχής. Ως αντίδραση στο περιβάλλον αυτό, ο τύπος αυτός υιοθετεί μια μορφή που αναφέρεται στις πολυάριθμες περίκλειστες και περιφραγμένες χωρικές δομές που συναντά κανείς εδώ. Ο τύπος αυτός έχει να κάνει με την αίσθηση ασφάλειας και προστασίας και υποστηρίζει την εσωστρέφεια, προσφέρει μεγάλους ενιαίους ακάλυπτους χώρους ή αυλές που ορίζονται από μια «παχιά»/«βαθιά» περιμετρική όψη. Μπορεί να γίνει κατανοητός ως μια αυτοαναφορική «φρουριακή» ή ακόμη και «μοναστηριακή» δομή και να ειδωθεί ως «νησίδα» στο μέσο του χαλαρού αστικού ιστού. Ο τύπος αυτός ενσωματώνει κήπους και μικρο-καλλιέργειες και ταυτόχρονα οργανώνει τους άμεσα γειτονικούς υπαίθριους χώρους του τόσο ως χώρους αναψυχής όσο και ως χώρους καλλιεργειών μεγαλύτερης κλίμακας. Διατηρεί έτσι και ενισχύει το χαρακτήρα της περιοχής ως γεωργικής γης.
Με στόχο την ενίσχυση της κατοίκησης στον Ελαιώνα, ένας νέος τύπος κατοικίας αναπτύσσεται στη μέση του «ανοίκειου» περιβάλλοντος της περιοχής. Ως αντίδραση στο περιβάλλον αυτό, ο τύπος αυτός υιοθετεί μια μορφή που αναφέρεται στις πολυάριθμες περίκλειστες και περιφραγμένες χωρικές δομές που συναντά κανείς εδώ. Ο τύπος αυτός έχει να κάνει με την αίσθηση ασφάλειας και προστασίας και υποστηρίζει την εσωστρέφεια, προσφέρει μεγάλους ενιαίους ακάλυπτους χώρους ή αυλές που ορίζονται από μια «παχιά»/«βαθιά» περιμετρική όψη. Μπορεί να γίνει κατανοητός ως μια αυτοαναφορική «φρουριακή» ή ακόμη και «μοναστηριακή» δομή και να ειδωθεί ως «νησίδα» στο μέσο του χαλαρού αστικού ιστού. Ο τύπος αυτός ενσωματώνει κήπους και μικρο-καλλιέργειες και ταυτόχρονα οργανώνει τους άμεσα γειτονικούς υπαίθριους χώρους του τόσο ως χώρους αναψυχής όσο και ως χώρους καλλιεργειών μεγαλύτερης κλίμακας. Διατηρεί έτσι και ενισχύει το χαρακτήρα της περιοχής ως γεωργικής γης.
Βελονισμός
Ακολουθώντας μια λογική «βελονισμού», ένας μικρός αριθμός
(πέντε έως δέκα) «νησίδων κατοίκησης» χωροθετείται, σε πρώτη φάση, ταυτόχρονα
στην περιοχή σύμφωνα με ένα σχέδιο γενικής διάταξης/master-plan.
Στόχος είναι η ανάπτυξη των «νησίδων κατοίκησης» να
ενεργοποιήσει το μετασχηματισμό της ευρύτερης περιοχής στην οποία αυτές εγκαθίστανται,
και, στη συνέχεια, το μετασχηματισμό του συνόλου του Ελαιώνα. Στη διάρκεια της
ανάπτυξης αυτής, ο χαρακτήρας των νησίδων θα μεταλλάσσεται
και η εσωστρέφειά τους θα μειώνεται.
Studio
Οι φοιτητές θα επιλέξουν συγκεκριμένα διαθέσιμα κενά
οικόπεδα του Ελαιώνα που θα αποτελέσουν τα αρχικά ολιγάριθμα σημεία
«βελονισμού»/επέμβασης στην περιοχή, και θα τα συμπεριλάβουν σε ένα σχέδιο
γενικής διάταξης/master-plan. Στη συνέχεια θα
εστιάσουν σε ένα μόνο από τα σημεία αυτά προτείνοντας μια νησίδα κατοίκησης,
έναν νέο τύπο συλλογικής κατοικίας. Στη διαδικασία σχεδίασης της «νησίδας
κατοίκησης» στον Ελαιώνα θα θέσουμε τους ακόλουθους στόχους:
Διατηρώντας τα θετικά στοιχεία και τις ποιότητες της
περιοχής, οι προτάσεις θα πρέπει να προτείνουν τη συνύπαρξη κατοικίας και άλλων
χρήσεων, ιδιαίτερα της εργασίας (με αντικείμενο την καλλιέργεια της γης), σε
μια νέα μορφή αστικού–αγροτικού περιβάλλοντος.
Οι προτάσεις θα πρέπει να προσδίδουν ταυτότητα και
συνέχεια μέσα από την επανερμηνεία της ιστορίας της περιοχής: τόσο του μακρινού
παρελθόντος της –ως ελαιώνα– όσο και του πρόσφατου – ως βιομηχανικού τοπίου
συνυφασμένου με περίκλειστες ή περιφραγμένες χρήσεις.
Σε αυτό το νέο περιβάλλον, το τοπίο δεν προσεγγίζεται
απλά ως περιοχή πρασίνου που προσφέρει οπτική απόλαυση ή λειτουργεί ως πλαίσιο
δραστηριοτήτων αναψυχής, αλλά και ως παραγωγική γη. Το τελευταίο μπορεί να
επιτευχθεί με την ανακατασκευή/φύτευση ελαιώνων και λαχανόκηπων (που κάλυπταν την
περιοχή στο παρελθόν) σε υφιστάμενες διαθέσιμες κενές εκτάσεις – μια προώθηση
της αστικής γεωργίας.
Η κατοικία αποτελεί κύριο στοιχείο για τον όποιο
μετασχηματισμό. Η κατοικία θα φέρει νέους κατοίκους στην περιοχή, θα ζωντανέψει
τους νέους δημόσιους χώρους της και θα παράξει νέες συλλογικότητες. Στο
σχεδιασμό των κατοικιών θα αναζητηθούν εναλλακτικές μορφές κατοίκησης που δεν
θα ακολουθούν καθόλου τις συμβατικές τυπολογίες της μικρής πολυκατοικίας και
της μεζονέτας που καθόρισαν την ανάπτυξη των ελληνικών πόλεων στις
μεταπολεμικές δεκαετίες.
Comments
Post a Comment